Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2015





Όταν το 1990, για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, απονεμήθηκε στον John Taylor Gatto ο τίτλος του «Δασκάλου της Χρονιάς της Νέας Υόρκης» στην ομιλία αποδοχής του τίτλου που εκφώνησε, δεν αρκέστηκε σε απλές ευχαριστίες, αλλά εξαπέλυσε ένα δριμύ κατηγορώ στην συμβατική λογική που διέπει την εκπαίδευση. Μίλησε για το ρόλο που πρέπει να διαδραματίζει η εκπαίδευση για το άτομο, την οικογένεια και την κοινωνία στην σύγχρονη εποχή. Δεν απευθύνθηκε μόνο στη Νέα Υόρκη και τους μαθητές του.
Τα λόγια του εκφράζουν και τις ανησυχίες των εκπαιδευτικών και των γονιών όπου και αν βρίσκονται. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στη μόρφωση και την δημιουργική απασχόληση των παιδιών μας είναι σοβαρά και πολύπλοκα και δεν αποτελούν αποκλειστική ευθύνη των σχολείων. Κι όμως τα σχολεία μπορούν να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για την διαμόρφωση της κοινωνίας και του κόσμου που ονειρευόμαστε. Έτσι έχουμε την ευχαρίστηση να δημοσιεύσουμε αυτή την φλογερή ομιλία ενός από τους πιο ένθερμους οπαδούς της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης.
Η ομιλία του John Taylor Gatto
Αποδέχομαι αυτό το βραβείο για λογαριασμό όλων των καλών δασκάλων που έχω γνωρίσει όλα αυτά τα χρόνια. Όλων των δασκάλων που πάσχισαν να οικοδομήσουν σχέσεις με τους μαθητές τους. Σχέσεις βασισμένες στην τιμή. Άνδρες και γυναίκες που δεν ήταν ποτέ εφησυχασμένοι, που πάντοτε, στην αδιάκοπη προσπάθεια τους να προσδιορίσουν και να επαναπροσδιορίσουν την σημασία της λέξης «Παιδεία» έθεταν ερωτήματα. Ο «Δάσκαλος της Χρονιάς» δεν είναι ο καλύτερος δάσκαλος. Οι καλοί δάσκαλοι είναι πολύ χαμηλών τόνων για να γίνουν εύκολα αντιληπτοί. Ο «Δάσκαλος της Χρονιάς» όμως, είναι ένας σημαιοφόρος, ένα σύμβολο γι’ αυτούς τους αφανείς ήρωες που πρόθυμα αφιερώνουν τη ζωή τους στα παιδιά. Η διάκριση αυτή τους ανήκει εξ’ ίσου.
Ζούμε σε μία εποχή βαθιάς κοινωνικής κρίσης. Η χώρα μας βρίσκεται πίσω από 19 βιομηχανικές χώρες όσον αφορά στην ανάγνωση, την γραφή και την αριθμητική που μαθαίνουν τα παιδιά. Το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα στηρίζεται πάνω στο «ναρκωτικό» του καταναλωτισμού. Αν δεν αγοράζαμε τόσα «πουδραρισμένα» όνειρα, το σύστημα θα κατέρρεε. Και τα σχολεία ακόμα, είναι σήμερα ένα «προϊόν προς πώληση» Έχουμε τον υψηλότερο δείκτη εφηβικών αυτοκτονιών στον κόσμο. Στο Μανχάταν, από τους νέους γάμους, το 70% διαλύεται πριν να συμπληρωθεί πενταετία.

Η κρίση στα σχολεία αντανακλά την ευρύτερη κοινωνική κρίση.
Είναι προφανές ότι έχουμε χάσει την αίσθηση της ταυτότητας μας. Μαντρώνουμε τα παιδιά και τους ηλικιωμένους και τους βγάζουμε εκτός του κοινωνικού γίγνεσθαι. Κανείς δεν τους απευθύνει πλέον τον λόγο. Όμως χωρίς τα παιδιά και τους ηλικιωμένους, μια κοινωνία δεν έχει ούτε παρελθόν αλλά ούτε και μέλλον. Μόνο ένα διαρκές παρόν. Στ’ αλήθεια, η λέξη «κοινωνία» δεν έχει καμία σχέση με την φύση των σχέσεων που δημιουργούμε. Ζούμε δικτυωμένοι και όχι μέσα σε κοινωνίες. Αυτό ευθύνεται για όλους τους μοναχικούς ανθρώπους που έχω γνωρίσει. Κατά περίεργο τρόπο, το σχολείο έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης γι’ αυτή την τραγωδία.
Όπως επίσης ευθύνεται για την διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις.
Χρησιμοποιώντας το σχολείο σαν ένα διαχωριστικό μηχανισμό, οδηγούμαστε στην δημιουργία ενός συστήματος καστών που πλαισιώνεται από παρίες. Αυτοί περιπλανώνται στους υπόγειους σιδηροδρόμους και κοιμούνται στον δρόμο. Στα 25 χρόνια της καριέρας μου σαν δάσκαλος συνειδητοποίησα ένα καταπληκτικό φαινόμενο -ότι τα σχολεία και η εκπαίδευση βρίσκονται πίσω και μακριά από τις σημαντικές εξελίξεις στον πλανήτη μας. Κανείς δεν πιστεύει πλέον ότι οι μεγάλοι επιστήμονες οφείλουν την επιστημοσύνη τους στα μαθήματα φυσικής ή χημείας, οι μεγάλοι πολιτικοί στα μαθήματα πολιτικών επιστημών και οι ποιητές στα μαθήματα γλώσσας και λογοτεχνίας.
Η αλήθεια είναι ότι τα σχολεία δεν σου μαθαίνουν τίποτε άλλο πέρα από το να υπακούς εντολές. (Κάτι που στη συνέχεια το μαθαίνουν ακόμη πιο βάναυσα στον.. υποχρεωτικό στρατό!) Αυτό μου φαίνεται ανεξήγητο, γιατί υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που εργάζονται στα σχολεία ως δάσκαλοι, βοηθοί ή διευθυντές, που νοιάζονται και συμπεριφέρονται ανθρώπινα στους μαθητές. Όμως η απρόσωπη λογική του συστήματος καταπνίγει την συνεισφορά των μεμονωμένων προσωπικοτήτων. Παρ’ όλο που οι δάσκαλοι νοιάζονται και δουλεύουν σκληρά, το σύστημα είναι «ψυχοπαθητικό». Δεν έχει συνείδηση. Χτυπάει το κουδούνι και ο νεαρός που γράφει ένα ποίημα, πρέπει να κλείσει το τετράδιο του και να μεταφερθεί σε ένα διαφορετικό κελί όπου εκεί μαθαίνει ότι ο άνθρωπος και η μαϊμού κατάγονται από έναν κοινό πρόγονο.
Το δικό μας σύστημα υποχρεωτικής εκπαίδευσης είναι μια εφεύρεση της πολιτείας της Μασαχουσέτης το 1850.
Συνάντησε αντίσταση -μερικές φορές ένοπλη- από το 80% περίπου του πληθυσμού. Ο τελευταίος αντιστασιακός προμαχώνας ήταν το Μπάρνστεϊμπλ (Barnstable) στο Ακρωτήριο Κοντ (Cape Cod). Εκεί οι κάτοικοι αρνούνταν να δώσουν τα παιδιά τους μέχρι το 1880, όταν η περιοχή καταλήφθηκε από την Εθνοφυλακή και τα παιδιά πήγαιναν σχολείο με την συνοδεία φρουράς. Εδώ συμβαίνει κάτι παράδοξο.
Το γραφείο του Γερουσιαστή Τεντ Κέννεντι (Ted Kennedy), πριν από λίγο καιρό, δημοσίευσε μια έκθεση όπου αναφέρεται ότι πριν από την επιβολή της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, το ποσοστό των ανθρώπων που γνώριζαν γραφή και ανάγνωση ανερχόταν στο 98% ενώ, μετά από την επιβολή της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, ο δείκτης δεν ξεπέρασε το 91% το οποίο ισχύει και στην δεκαετία που διανύουμε. Ελπίζω αυτό να σας κινήσει το ενδιαφέρον.
Επίσης αξιοπρόσεκτο είναι και αυτό: Η τάση για την εκπαίδευση μέσα στο σπίτι έχει αυξηθεί σημαντικά. Περίπου 1.500.000 άνθρωποι μορφώνονται αποκλειστικά από τους γονείς τους. Τον προηγούμενο μήνα, περιοδικά που ασχολούνται με εκπαιδευτικά θέματα, έγραφαν το εξής εκπληκτικό: Τα παιδιά που μορφώνονται στο σπίτι φαίνεται ότι προηγούνται στην ικανότητα του «σκέπτεσθαι» κατά 5 ή ακόμα και 10 χρόνια από τους συνομήλικους τους που εκπαιδεύονται με τον παραδοσιακό τρόπο, πηγαίνοντας στο σχολείο.
Δεν πιστεύω ότι τα σχολεία πρόκειται να καταργηθούν μέσα στα επόμενα χρόνια -τουλάχιστον όχι όσο ζω. Αν θέλουμε όμως να ανατρέψουμε αυτό που εξελίσσεται σε καταστροφή, λόγω της άγνοιας μας, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι τα σχολεία παρέχουν εκπαίδευση και όχι μόρφωση. Αυτό είναι σύμφυτο στον σχεδιασμό του συστήματος. Δεν φταίνε οι κακοί δάσκαλοι ή τα λίγα χρήματα που ξοδεύονται για την Παιδεία. Η έννοια της «σχολικής διδασκαλίας» και η έννοια της Παιδείας δεν ταυτίζονται.
Τα σχολεία σχεδιάστηκαν από τον Χόρας Μαν (Horace Mann), τον Μπάρνας Σίαρς (Barnas Sears) και τον Γ. Ρ. Χάρπερ (W. R. Harper) του Πανεπιστημίου του Σικάγο, τον Θόρνταϊκ του Κολεγίου Κολούμπια και άλλους, σαν εργαλεία επιστημονικής χειραγώγησης της μαίας. Ο σκοπός τους είναι να παράγουν, με την εφαρμογή τυποποιημένων μεθόδων, «τυποποιημένους» ανθρώπους, των οποίων την συμπεριφορά θα μπορούν να προβλέπουν και να ελέγχουν.
Σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό το καταφέρνουν.
Η κοινωνία μας όμως βρίσκεται σε αποσύνθεση και σε μια τέτοια κοινωνία επιτυχημένοι θεωρούνται οι άνθρωποι που δρουν ατομικιστικά, είναι αυτάρκεις και έχουν αυτοπεποίθηση -κι αυτό επειδή η κοινωνία που προστάτευε τους αδύνατους και τους εξαρτημένους ανήκει πλέον στο παρελθόν. Τα αποτελέσματα της σύγχρονης εκπαίδευσης είναι ασήμαντα. Οι άνθρωποι που έχουν τύχει «καλής εκπαίδευσης» είναι κυριολεκτικά άσχετοι. Μπορούν να πουλήσουν από φιλμ μέχρι ξυριστικές μηχανές, να διεκπεραιώσουν δουλειές γραφείου και να μιλούν στο τηλέφωνο, ή να κάθονται αποχαυνωμένοι μπροστά σε μια οθόνη υπολογιστή που αναβοσβήνει αλλά, σαν ανθρώπινα όντα είναι άχρηστοι -άχρηστοι για τους άλλους και άχρηστοι για τον ίδιο τους τον εαυτό. Η καθημερινή μιζέρια γύρω μας, νομίζω, οφείλεται κατά κύριο λόγο στο γεγονός -όπως το έθεσε ο Τζον Γκούντμαν (John Goodman) πριν από τριάντα χρόνια- ότι αναγκάζουμε τα παιδιά μας να «μεγαλώνουν παράλογα». Οποιαδήποτε μεταρρύθμιση και να γίνει στην Παιδεία πρέπει να σταματήσει αυτούς τους παραλογισμούς.
Είναι παράλογο και αντίθετο με τη Ζωή να είσαι μέρος ενός συστήματος το οποίο σε υποχρεώνει να είσαι έγκλειστος μαζί με άτομα της ίδιας ηλικίας και κοινωνικής τάξης. Το σύστημα αυτό σε απομονώνει από την απέραντη πολυμορφία της ζωής και την απόλαυση της ποικιλίας των εμπειριών. Σε αποκόπτει από το παρελθόν σου και το μέλλον σου, και σε φυλακίζει σε ένα ατέρμονο παρόν. Ακριβώς ότι κάνει και η τηλεόραση.
Είναι παράλογο και ενάντιο στους φυσικούς νόμους να είσαι μέρος ενός συστήματος που σε υποχρεώνει να ακούς έναν ξένο να απαγγέλλει ποίηση όταν εσύ θέλεις να μάθεις πως χτίζονται τα σπίτια ή να κάθεσαι σ’ ένα μέρος με έναν ξένο που σου λέει πως χτίζονται τα σπίτια όταν εσύ θέλεις να ασχοληθείς με την ποίηση.
Είναι παράλογο και αντίθετο με τους νόμους της ζωής να μετακινείσαι από κελί σε κελί με τον ήχο ενός κουδουνιού, κάθε ημέρα της νεότητας σου, μέσα σε έναν οργανισμό που δεν σου αφήνει καθόλου ιδιωτική ζωή και σε ακολουθεί ακόμα και μέσα στο άσυλο του σπιτιού σου «απαιτώντας να κάνεις τις εργασίες σου».
Ρωτάτε «…και πώς θα μάθουν να διαβάζουν;» Απαντώ. «Θυμηθείτε το παράδειγμα της Μασαχουσέτης» Αν τα παιδιά ζουν με φυσιολογικό τρόπο, αντί να συναγελάζονται σε κελιά, θα μάθουν να γράφουν, να διαβάζουν και να κάνουν την αριθμητική τους με ευκολία -αφού αυτά είναι σήμερα τα σημαντικά εφόδια για τη ζωή που ξεδιπλώνεται μπροστά τους.
Να έχετε όμως υπ’ όψη ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν εκτιμούμε και τόσο αυτόν που γράφει, διαβάζει και ασχολείται με την αριθμητική. Είμαστε μια χώρα πολυλογάδων. Πληρώνουμε αυτούς που ξέρουν να μιλάνε, τους θαυμάζουμε και έτσι τα παιδιά μας μιλούν κι αυτά συνεχώς, ακολουθώντας τα πρότυπα της τηλεόρασης και των καθηγητών τους. Είναι πολύ δύσκολο να διδάξει κανείς τα «βασικά» γιατί δεν είναι πια βασικά για την κοινωνία που έχουμε δημιουργήσει.
Δύο θεσμοί είναι αυτοί που ελέγχουν σήμερα τη ζωή των παιδιών μας: Η τηλεόραση και τα σχολεία, με αυτήν ακριβώς τη σειρά προτεραιότητας. αυτοί «θεσμοί» αποπροσανατολίζουν. Υποβαθμίζουν την αληθινή σοφία, τη γενναιότητα, την εγκράτεια και τη δικαιοσύνη σε μια διαρκή αοριστία, σε κάτι το αφηρημένο.
Αιώνες πιο πριν, ο χρόνος του παιδιού και του εφήβου, αφιερωνόταν στην παραγωγή πραγματικού έργου, αληθινής αγαθοεργίας, πραγματικής περιπέτειας και ουσιαστικής αναζήτησης του πνευματικού καθοδηγητή που θα τους δίδασκε αυτό που πραγματικά ήθελαν να μάθουν. Τα παιδιά και οι έφηβοι ανάλωναν το χρόνο τους στην προσπάθεια επίτευξης κοινωνικών στόχων, η στοργή και η τρυφερότητα αποτελούσαν καθημερινή πρακτική, γνώριζαν και μελετούσαν κάθε πτυχή της κοινότητας τους, μάθαιναν πώς να κάνουν οικογένειες και δεκάδες άλλα πράγματα που χαρακτηρίζουν τον ολοκληρωμένο άνδρα και την ολοκληρωμένη γυναίκα.
Τώρα όμως εγώ και τα παιδιά μου πρέπει να αντιμετωπίσουμε το ζήτημα του χρόνου. Από τις 168 ώρες της εβδομάδας, τα παιδιά ξοδεύουν τις 56 στον ύπνο. Αυτό τους αφήνει περιθώριο 112 ώρες την εβδομάδα. Μέσα σ’ αυτές τις ώρες πρέπει να διαμορφώσουν τον χαρακτήρα και την προσωπικότητα τους. Τα παιδιά μου βλέπουν 55 ώρες τηλεόραση την εβδομάδα. Έτσι τουλάχιστον αναφέρουν πρόσφατες στατιστικές. Αυτό τους αφήνει 57 ώρες την εβδομάδα για να «μεγαλώσουν».
Τα παιδιά μου παρακολουθούν τα μαθήματα του σχολείου 30 ώρες την εβδομάδα.
Χρειάζονται ακόμα 8 ώρες για να ετοιμαστούν, να φύγουν για το σχολείο και να επιστρέψουν στο σπίτι, και σπαταλούν -κατά μέσον όρο- 7 ώρες την εβδομάδα για να κάνουν τις εργασίες τους και να διαβάσουν τα μαθήματα τους. Δηλαδή 45 ώρες συνολικά. Όλον αυτόν τον καιρό βρίσκονται υπό διαρκή επιτήρηση, δεν έχουν χώρο ή χρόνο για τον εαυτό τους και αν προσπαθήσουν μόνα τους να ορίσουν το χρόνο τους και τις ασχολίες τους «συνετίζονται» αναλόγως. Έτσι λοιπόν μένουν 12 ώρες την εβδομάδα για να δημιουργήσουν την ατομική τους συνείδηση και προσωπικότητα. Φυσικά, τα παιδιά τρώνε, και αυτό απαιτεί κάποιο χρόνο, αλλά όχι πολύ αφού η παράδοση του οικογενειακού γεύματος αποτελεί πλέον παρελθόν. Εάν αφαιρέσουμε τις τρεις ώρες του φαγητού, έχουμε 9 ώρες ελεύθερου χρόνου για κάθε παιδί.
Δεν αρκεί. Έτσι δεν είναι; Όσο πιο πλούσιο είναι ένα παιδί τόσο λιγότερη τηλεόραση βλέπει.. Όμως ο χρόνος του είναι εξ’ ίσου περιορισμένος εξ αιτίας μιας ευρύτερης γκάμας διασκεδάσεων και αναπόφευκτων δεσμεύσεων όπως τα ιδιαίτερα μαθήματα -που τελικά σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις τα έχει επιλέξει.
Όλα τα παραπάνω είναι, όλως παραδόξως, απλά ένας πιο εύσχημος τρόπος δημιουργίας εξαρτημένων ανθρώπων που δεν θα είναι ποτέ σε θέση να δώσουν νόημα και ουσία στις ζωές τους και να διασκεδάσουν πραγματικά. Αυτή η εξάρτηση και η έλλειψη στόχων έχει καταντήσει εθνική αρρώστια και κατά τη γνώμη μου γι’ αυτό ευθύνονται η τηλεόραση και τα σχολεία.
Σκεφτείτε τα πράγματα που μας δολοφονούν ως έθνος
Τα ναρκωτικά, ο ανελέητος ανταγωνισμός, το σέξ ως μέσον αναψυχής, η πορνογραφία της βίας, ο τζόγος, το αλκοόλ και η χειρότερη πορνεία απ’ όλες: Ζωές αφιερωμένες στην αγορά αγαθών –ο καταναλωτισμός ως φιλοσοφία και στάση ζωής. Σε όλα αυτά τα «ναρκωτικά» είναι εθισμένος ο εξαρτημένος άνθρωπος που κι αυτός με τη σειρά του είναι ένα μοιραίο προϊόν του εκπαιδευτικού μας συστήματος. Θα ήθελα να σας μιλήσω για τις επιπτώσεις που έχει στα παιδιά το να τους αφαιρούμε όλο τους το χρόνο –χρόνος που τους είναι απαραίτητος για να μεγαλώσουν- και να τα εξαναγκάζουμε να ασχολούνται συνεχώς με γενικότητες. Οποιαδήποτε μεταρρύθμιση και να γίνει -που δεν θα συνοδεύεται από προσπάθεια να εξαλειφθούν αυτές οι συγκεκριμένες ασθένειες- θα είναι μια παρωδία.
1. Τα παιδιά που διδάσκω δείχνουν αδιαφορία για τον κόσμο των μεγάλων. Αυτό ανατρέπει την εμπειρία χιλιάδων ετών. Η στενή παρακολούθηση του τι σκοπεύουν να κάνουν οι μεγάλοι, ήταν πάντοτε η πιο συναρπαστική ασχολία για τη νεολαία. Όμως σήμερα κανένα παιδί δεν θέλει να μεγαλώσει -και ποιος μπορεί να το κατηγορήσει γι’ αυτό; Εμείς είμαστε τα παιχνίδια τους.
2. Τα παιδιά που διδάσκω δεν έχουν καμιά περιέργεια για ότι συμβαίνει γύρω τους, και αν έχουν κάποια, αυτή είναι παροδική. Δεν μπορούν να συγκεντρωθούν για πολλή ώρα, ακόμα και στα πράγματα που τους αρέσουν. Μπορείτε να διακρίνετε τη σχέση ανάμεσα στο συνεχές χτύπημα του κουδουνιού και στην συνεχή αλλαγή αιθουσών διδασκαλίας με την έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης;
3. Τα παιδιά που διδάσκω δεν έχουν αίσθηση του μέλλοντος, την αίσθηση ότι το αύριο είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με το σήμερα. Ζουν σε ένα διαρκές παρόν. Η στιγμή την οποία ζουν είναι το όριο της συνειδητότητάς τους.
4. Τα παιδιά που διδάσκω είναι ανιστόρητα. Δεν έχουν συναίσθηση του τρόπου με τον οποίο το παρελθόν καθόρισε το παρόν διαμορφώνοντας τις αξίες τους και τις ζωές τους και περιορίζοντας τις επιλογές τους.
5. Τα παιδιά που διδάσκω είναι σκληρά στις σχέσεις τους με τα άλλα παιδιά. Δεν συμπάσχουν με την δυστυχία, γελούν με τις αδυναμίες των άλλων και νιώθουν περιφρόνηση για τους ανθρώπους που φαίνεται καθαρά ότι χρειάζονται βοήθεια.
6. Τα παιδιά που διδάσκω δεν ανοίγονται εύκολα και δεν είναι ειλικρινή στις σχέσεις τους. Έχουν μάθει να κρύβουν τον αληθινό εαυτό τους πίσω από ένα εξωτερικό προσωπείο που έχουν «συναρμολογήσει» με κομμάτια από χαρακτήρες και συμπεριφορές που έχουν δανειστεί από τα τηλεοπτικά τους πρότυπα ή έχουν δημιουργήσει μόνα τους για να ξεγελούν τους δάσκαλους τους. Επειδή δεν είναι αυτό που δείχνουν προς τα έξω, η μάσκα πέφτει όταν εκθέτουν τις εσώτερες πτυχές του εαυτού τους σε μια στενή σχέση. Γι’ αυτό και τις αποφεύγουν.
7. Τα παιδιά που διδάσκω είναι υλιστές. Ακολουθούν το παράδειγμα των δασκάλων τους που «βαθμολογούν» τα πάντα με υλιστικά κριτήρια και τους τηλεοπτικούς αστέρες που ξεπουλούν ό,τι έχουν και δεν έχουν.
8. Τα παιδιά που διδάσκω είναι εξαρτημένα, παθητικά και φοβισμένα μπροστά στις νέες προκλήσεις. Αυτή η δειλία πολλές φορές εκδηλώνεται με έναν επιφανειακό «τσαμπουκά» ή θυμό ή επιθετικότητα, όμως κατά βάθος υπάρχει έλλειψη θάρρους.
Θα μπορούσα να απαριθμήσω κι άλλες καταστάσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν από μία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση αν θέλουμε να σταματήσουμε την κατρακυλά του έθνους μας, αλλά πιστεύω ότι μέχρι τώρα έχετε αντιληφθεί τις θέσεις μου, είτε συμφωνείτε είτε διαφωνείτε. Αυτή την ασθένεια την έχει προκαλέσει ή το σχολείο ή η τηλεόραση ή και τα δύο μαζί. Είναι απλά θέμα αριθμητικής. Τα παιδιά τρώνε το χρόνο τους στην τηλεόραση και στο σχολείο. Αυτό είναι που κατέστρεψε την Αμερικανική οικογένεια. Η οικογένεια δεν είναι πλέον το σχολείο των παιδιών της.
Τι μπορεί να γίνει; Πρώτα απ’ όλα χρειαζόμαστε έναν εφ’ όλης της ύλης, αδιάκοπο, διάλογο σε εθνικό επίπεδο. Έναν διάλογο που θα γίνεται συνέχεια, κάθε μέρα, κάθε χρόνο. Πρέπει να του δοθεί τόση έμφαση, να διεξάγεται με τέτοια επιμονή που οι εφημερίδες και τα μέσα ενημέρωσης να αρχίσουν να τον βαριούνται -όπως βαριούνται κάθε τι που έχει διάρκεια. Πρέπει να διατυπώσουμε επιχειρήματα, να φωνάξουμε μέχρι να βρεθεί λύση για το ζήτημα των σχολείων ή να διαπιστώσουμε ότι η ζημιά είναι ανεπανόρθωτη. Εάν μπορέσουμε να το λύσουμε έχει καλώς. Αν όχι, τότε η επιτυχία της κατ’ οίκον μόρφωσης ανοίγει έναν διαφορετικό και πολλά υποσχόμενο δρόμο. Διοχετεύοντας τα χρήματα που ξοδεύονται για την μόρφωση των παιδιών, πίσω στην οικογένεια, πετυχαίνουμε μ’ ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Κάνουμε καλό και στην οικογένεια και στα παιδιά.
Η πραγματική μεταρρύθμιση είναι εφικτή. Δεν κοστίζει τίποτα.
Πρέπει να επανεξετάσουμε τις θεμελιώδεις αρχές της εκπαίδευσης και να αποφασίσουμε τι θέλουμε να διδάξουμε στα παιδιά μας και γιατί. Εδώ και 140 χρόνια αυτό το έθνος προσπάθησε να επιβάλλει τους στόχους της εκπαίδευσης από ένα απρόσιτο κέντρο αποφάσεων, απαρτιζόμενο από «ειδικούς» -μια συγκεντρωτική ελίτ κοινωνικών καθοδηγητών. Όμως αυτό απέτυχε. Ούτε πρόκειται να πετύχει ποτέ. Είναι πρώτομεγέθης προδοσία του δημοκρατικού οράματος που καθιστούσε κάποτε αυτό το έθνος ένα ευγενές πείραμα.
Μπροστά στα μάτια μας διαδραματίστηκε η απόπειρα των Ρώσων να κυριαρχήσουν και να ελέγξουν την Ανατολική Ευρώπη. Η προσπάθεια μας να επιβάλουμε την δική μας κοινωνική ορθότητα, χρησιμοποιώντας σαν εργαλείο τα σχολεία, είναι εκ θεμελίων σαθρή και καταρρέει, αν και με πιο αργό και επώδυνο τρόπο. Δεν έχει φέρει αποτελέσματα γιατί οι θεμελιώδεις αρχές της είναι μηχανιστικές, απάνθρωπες και εχθρικές προς τις αρχές της οικογενειακής ζωής. Η μηχανιστική εκπαίδευση μπορεί να ελέγξει τις ανθρώπινες ζωές. Η πραγματικότητα όμως εκδικείται με φαινόμενα κοινωνικής παθογένειας: Ναρκωτικά, βία, αυτοκαταστροφή, αδιαφορία και τα συμπτώματα που βλέπω στους μαθητές μου.
Είναι καιρός να ανατρέξουμε στο παρελθόν για να αποκτήσουμε ξανά μια λειτουργική εκπαιδευτική φιλοσοφία. Εκείνη που προτιμώ εγώ, είναι αυτή που εφάρμοζαν για χιλιάδες χρόνια οι άρχουσες τάξεις της Ευρώπης. Θεωρώ ότι λειτουργεί το ίδιο καλά και για τα φτωχά παιδιά και για τα πλούσια. Την χρησιμοποιώ όσο μπορώ στα πλαίσια της δικής μου διδασκαλίας -δηλαδή όσο μου αφήνουν περιθώρια οι κανονισμοί της υποχρεωτικής εκπαίδευσης.
Στον πυρήνα αυτού του ελιτιστικού εκπαιδευτικού συστήματος βρίσκεται η θέληση ότι η αυτογνωσία είναι η μοναδική βάση της πραγματικής γνώσης. Σε πολλές περιπτώσεις, και σε κάθε ηλικία, το παιδί καλείται να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα μόνο του. Χωρίς να το βοηθήσει κανείς. Μερικές φορές η δοκιμασία αυτή είναι επικίνδυνη, όπως το να καλπάσει πάνω σ’ ένα άλογο ή να το κάνει να πηδήξει, αλλά αυτή βέβαια, είναι μια δοκιμασία που ξεπερνούν με επιτυχία πριν να συμπληρώσουν τα δέκα τους, χιλιάδες παιδιά κοινωνικά επιφανών οικογενειών. Μπορείτε να φανταστείτε ένα παιδί που έχει ξεπεράσει μόνο του ένα τέτοιο πρόβλημα να μην έχει την πεποίθηση ότι μπορεί να τα βγάλει πέρα με οτιδήποτε καταπιαστεί; Μερικές φορές το πρόβλημα είναι να δαμάσεις τη μοναξιά, όπως έκανε ο Θορώ (Thoreau) στη λίμνη Γουόλντεν.
Ένας πρώην μαθητής μου, ο Ρόλαντ Λεγκιάρντι-Λάουρα (Roland Legiardi-Laura), αν και οι γονείς του είχαν πεθάνει και ο ίδιος δεν είχε κληρονομήσει τίποτα, διέσχισε τις Ηνωμένες Πολιτείες μόνος του, με ποδήλατο. Δεν είχε μπει ακόμα ούτε καν στην εφηβεία. Αρα δεν μας προξενεί καμία έκπληξη που όταν πια έγινε άντρας γύρισε ένα φιλμ για τη Νικαράγουα και κέρδισε ένα διεθνές βραβείο, αν και η κανονική του δουλειά ήταν ξυλουργός.
Αυτό που κάνουμε τώρα, είναι να αφαιρούμε από τα παιδιά το ζωτικό χρόνο που τους είναι απαραίτητος για να αποκτήσουν αυτογνωσία. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Πρέπει να βρούμε εκπαιδευτικές διαδικασίες για να κερδίσουν τα παιδιά τον χαμένο τους χρόνο.
Πρέπει να δείχνουμε εμπιστοσύνη στα παιδιά, από την πολύ μικρή τους ηλικία, αναθέτοντας τους ανεξάρτητες εργασίες, που θα μπορούν ίσως να έχουν προκαθοριστεί από τα σχολεία τους, αλλά θα γίνονται εκτός των σχολικών κτιρίων. Πρέπει να φτιάξουμε ένα πρόγραμμα σπουδών όπου το κάθε παιδί θα έχει την ευκαιρία να αναπτύξει τα στοιχεία της προσωπικότητας του που είναι μοναδικά και να μάθει να στηρίζεται στις δυνάμεις του.
Λίγο καιρό πριν, έστειλα με ένα λεωφορείο (δίνοντας τους 70 δολάρια) ένα δωδεκάχρονο κορίτσι και τη μητέρα του -που δεν μιλάει αγγλικά- στην ακτή του Νιου Τζέρσι. Εκεί το κορίτσι γευμάτισε με τον διοικητή του αστυνομικού τμήματος του Σι Μπράϊτ (Sea Bright) και του ζήτησε συγγνώμη γιατί είχε ρυπάνει την παραλία, πετώντας ένα άδειο κουτί αναψυκτικού. Γι’ αυτή τη δημόσια παραδοχή του λάθους της, είχα κανονίσει να ανταμειφθεί το κορίτσι με το να «προσληφθεί» για μια ημέρα από την αστυνομία και να βοηθά στις μικροϋποθέσεις. Λίγες μέρες αργότερα, άλλοι δύο δωδεκάχρονοι μαθητές μου ταξίδεψαν μόνοι τους από το Χάρλεμ μέχρι την 31 η οδό Γουέστ (West 31 st Street), όπου δούλεψαν ως βοηθοί στην έκδοση μιας εφημερίδας. Την επόμενη εβδομάδα, τρεις από τους μαθητές μου θα βρεθούν στους βάλτους του Νιου Τζέρσι, και θα παρατηρούν το πώς σκέφτεται και δρα ένας πρόεδρος μεταφορικής εταιρίας όταν στέλνει τριαξονικά φορτηγά στο Ντάλας, το Σικάγο και το Λος Αντζελες.
Αυτά είναι «παιδιά θαύματα» που έχουν ενταχθεί σ’ ένα «ειδικό» πρόγραμμα; Όχι. Απλώς είναι καλά παιδιά από το κεντρικό Χάρλεμ, έξυπνα και ζωντανά, που είχαν όμως τόσο κακή εκπαίδευση που τα περισσότερα απ’ αυτά όταν ήλθαν σ’ εμένα δεν ήξεραν καλά -καλά να προσθέτουν και να αφαιρούν. Κανένα απ’ αυτά δεν ήξερε ούτε καν πόσο πληθυσμό έχει η Νέα Υόρκη, ή την απόσταση της Ν. Υόρκης από την Καλιφόρνια.
Πρέπει αυτό να με ανησυχεί; Μα φυσικά και πρέπει. Είμαι όμως σίγουρος ότι αν αποκτήσουν γνώση του εαυτού τους, θα μπορέσουν και να διδάξουν τον εαυτό τους, γιατί μόνο αυτού του είδους η γνώση έχει δια χρονική αξία. Πρέπει να δώσουμε στα παιδιά ελεύθερο χρόνο. Τώρα! Αυτό είναι το κλειδί της αυτογνωσίας τους. Πρέπει να τους φέρουμε σε επαφή με τον πραγματικό κόσμο όσο πιο γρήγορα μπορούμε, έτσι ώστε ο ελεύθερος χρόνος τους να μην ξοδεύεται σε αοριστίες και αφηρημένα πράγματα. Αυτό είναι κατεπείγουσα προτεραιότητα.
Χρειάζεται δραστική παρέμβαση για να διορθωθούν τα λάθη. Τα παιδιά μας πεθαίνουν στα σχολεία σαν τις μύγες. Είτε καλό είτε κακό, το σχολείο παραμένει το ίδιο: Άσχετο με την πραγματική ζωή. Τι άλλο χρειάζεται μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση; Να παύσει να είναι ένα παράσιτο στην κοινωνία που εργάζεται. Πρέπει να κάνουμε την κοινωνική εργασία μέρος της εκπαίδευσης. Είναι ο πιο γρήγορος τρόπος για να μάθουμε τα παιδιά μας να είναι υπεύθυνα.
Επί πέντε χρόνια διηύθυνα ένα «αντάρτικο» σχολικό πρόγραμμα.
Κάθε παιδί, πλούσιο ή φτωχό, έξυπνο ή όχι, έπρεπε να συμπληρώσει μέσα σ’ ένα χρόνο 320 ώρες σκληρής κοινωνικής εργασίας. Πολλά από αυτά τα παιδιά, χρόνια αργότερα, ήλθαν σ’ εμένα και μου είπαν ότι αυτή η εμπειρία άλλαξε τη ζωή τους, ότι τους έμαθε να βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά, και τους βοήθησε να επανεξετάσουν τους στόχους και τις αξίες τους. Αυτό συνέβη στα 13 τους χρόνια, όταν ήταν στο πειραματικό σχολείο. Αυτό πέτυχε, γιατί στην πλούσια περιοχή που βρισκόταν το σχολείο μου, επικρατούσε χάος. Όταν αποκαταστάθηκε η «τάξη» το πρόγραμμα μου σταμάτησε. Ήταν περισσότερο επιτυχημένο και ανέξοδο απ’ ότι έπρεπε για να το αφήσουν να λειτουργεί. Αποδεικνύαμε τα ακριβά και ελιτίστικα προγράμματα σκάρτα. Σε αυτή την πόλη δεν υπάρχει έλλειψη προβλημάτων. Τα παιδιά μπορούν να βοηθήσουν να λυθούν αυτά τα προβλήματα. Σε αντάλλαγμα θα κερδίσουν την προσοχή και τον σεβασμό των μεγάλων. Αυτό είναι καλό και γι’ αυτά και για εμάς τους υπολοίπους.
Ανεξάρτητη μελέτη, κοινωνική εργασία, εναλλαγές εμπειριών, ελεύθερος χρόνος και ενδοσκόπηση. Αυτές είναι πολλές και διαφορετικές μαθητείες. Είναι εφικτές, φθηνές και αποτελεσματικές μέθοδοι για το ξεκίνημα μιας αληθινής αναμόρφωσης των σχολείων. Καμία όμως μεταρρύθμιση μεγάλης κλίμακας δεν πρόκειται να επανορθώσει το κακό που έχει γίνει στα παιδιά μας και στην κοινωνία, αν δεν συμπεριλάβουμε και την οικογένεια στο βασικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα.
Οι Σουηδοί το έχουν καταλάβει αυτό από το 1976 και εγκατέλειψαν το σύστημα της υιοθεσίας ανεπιθύμητων στους γονείς τους παιδιών. Αντί γι’ αυτό ξοδεύουν τις ώρες τους και τον εθνικό τους πλούτο ενισχύοντας τον θεσμό της οικογένειας, ώστε τα παιδιά που γεννιούνται να μην εγκαταλείπονται από τους γονείς τους. Μείωσαν τον αριθμό των ανεπιθύμητων γεννήσεων. Από 6000 το 1976 σε 15 το 1986. Οπότε κάτι μπορεί να γίνει. Οι Σουηδοί κουράστηκαν να πληρώνουν τα σπασμένα από τις ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες και αποφάσισαν να κάνουν κάτι. Άρα κι εμείς μπορούμε να κάνουμε κάτι.

Η οικογένεια είναι η κινητήρια δύναμη της εκπαίδευσης.
Αν χρησιμοποιούμε τα σχολεία για να απομακρύνουνε τα παιδιά από τους γονείς τους, θα εξακολουθήσουμε να βλέπουμε το τρομακτικό θέαμα που βλέπου με σήμερα. Αυτή ήταν η βασική λειτουργία των σχολείων από το 1650, τότε που ο Τζον Κόττον (John Cotton) ανακοίνωσε ότι αυτός ήταν ο κύριος στόχος των σχολείων της αποικίας Μπέϊ (Bay), και ο Χόρας Μαν (Horace Mann) το 1850 το ανακοίνωσε σαν σκοπό των σχολείων της Μασαχουσέτης.
Η βάση κάθε καλής ζωής είναι το πρόγραμμα μαθημάτων της οικογένειας. Απομακρυνθήκαμε απ’ αυτό το πρόγραμμα. Καιρός είναι να επιστρέψουμε. Ο μοναδικός δρόμος για την επιστροφή σε μια υγιή Παιδεία είναι να αναλάβουμε πρωτοβουλίες για να απελευθερώσου με την οικογενειακή ζωή από την ασφυκτική μέγγενη των εκπαιδευτικών οργανισμών. Να ενθαρρύνουμε, την ώρα του σχολείου, την συνάντηση γονιών και μαθητών. Έτσι θα σφυρηλατηθούν ισχυροί οικογενειακοί δεσμοί. Αυτό είχα στο μυαλό μου όταν έστειλα το κορίτσι και τη μητέρα του στην ακτή του Ν. Τζέρσι για να συναντήσουν τον διοικητή του αστυνομικού τμήματος.
Έχω πολλές ιδέες για τη δημιουργία ενός οικογενειακού προγράμματος μαθημάτων, και είμαι βέβαιος ότι και εσείς μπορείτε -αν το σκεφτείτε καλά- να προτείνετε πολλά. Το μεγαλύτερο εμπόδιο για μια πλήρη αναθεώρηση της εκπαίδευσης είναι τα μεγάλα συμφέροντα που έχουν επενδύσει κεφάλαια στο τωρινό εκπαιδευτικό σύστημα, και δεν επιθυμούν να αλλάξει -όσο κι αν υποστηρίζουν το αντίθετο.
Πρέπει να απαιτήσουμε να ακουστούν νέες ιδέες. Οι δικές μου και οι δικές σας. Έχουμε χορτάσει από τις απόψεις των «ειδικών» της τηλεόρασης και των εφημερίδων. Τώρα απαιτείται ένας ανοιχτός διάλογος. Φτάνουν πια οι γνώμες των ειδικών. Οι ειδικοί δεν εξέφρασαν ποτέ σωστή άποψη για την εκπαίδευση. Οι λύσεις τους είναι δαπανηρές. Εξυπηρετούν μόνο τους εαυτούς τους και ευνοούν τον συγκεντρωτισμό. Φτάνει πια! Καιρός να επιστρέψουμε στην δημοκρατία, στον σεβασμό του ατόμου, και την οικογένεια.
Είπα ό,τι είχα να πω. Σας ευχαριστώ.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιό σας