Αλέξανδρος Δελμούζος, Ο εθνικός παιδαγωγός (1880 - 1956)
Άρθρο του Δημήτρη Λιαντίνη για τον μεγάλο παιδαγωγό Αλέξανδρο Δελμούζο. Δημοσιεύθηκε στο ένθετο "Κόσμος-20ος Αιώνας" της εφημερίδας Απογευματινή. Οι φωτογραφίες συνόδευαν το ίδιο το άρθρο.
Απόσπασμα από το άρθρο του.....
...2. Ο Αργοναύτης
Στην Ευρώπη το πιο θαυμαστό πείραμα στη φυσική το 'καμε ο Σραίντιγκερ. Όταν απόδειξε στο εργαστήριο απίστευτο πράγμα: ότι τη στιγμή που είμαστε ζωντανοί ταυτόχρονα είμαστε και νεκροί. Στην Ελλάδα το πιο θαυμαστό πείραμα στην παιδαγωγική το 'καμε ο Δελμούζος. Όταν απόδειξε στο Παρθεναγωγείο του Βόλου, στα χρόνια 1908 ως 1911, ότι η παιδεία μας ήταν μία λαγκάδα από σκοτάδι, που όφεις και φίδια και όλες τις δεισιδαιμονίες και τις ψευτιές που καρπίζουν στα δένδρα της ακαρπίας. Το στοιχείο αυτό, που το αντίκρυσε με απίστευτη καθαρότητα, υπήρξε η κατανόησή του ότι η παιδεία στην Ελλάδα ήτανε ψεύτικη από την κορφή ως τα νύχια της για δύο λόγους. Πρώτα, γιατί γινότανε σε μια γλώσσα ξένη στη γλώσσα του λαού. Και δεύτερο γιατί χτιζότανε σε έδαφος ανεδαφικό.
Ζητούσε, δηλαδή, να θεμελιωθεί σε μια πραγματικότητα, που η σχέση της με την πραγματικότητα του τόπου και του καιρού του ήταν σχέση ετερότητας και εναντίωσης. Το πρώτο κακό ονομαζόταν καθαρεύουσα, αρχαΐζουσα, αττικισμός, κοντισμός, μιστριωτισμός και όλα τα άλλα γνωστά και κατάδικα. Το δεύτερο κακό ήταν η φαντασίωση των λογιότατων και των πλείστων πολιτικών ότι ο νεοέλληνας ξαναγίνεται δίκαιος Αριστείδης Πολύκλειτος και μάντις Μεγιστίας. Ο Δελμούζος στο σχολείο που δοκίμασε να ιδρύσει μαζί με το γιατρό Σαράτση και τους άλλους στο Δήμο Παγασών, ανέτρεψε την παιδαγωγική πράξη στην Ελλάδα. Εκράτησε το αναλυτικό πρόγραμμα αλλά κατάργησε τα βιβλία. Εκράτησε την ποιοτική επίδοση, αλλά κατάργησε τις εξετάσεις και την προαγωγή ή τη στασιμότητα στις τάξεις. Εκράτησε την ανακοινωτική ορμή και τη σώζουσα πειθαρχία, αλλά κατάργησε το μονόλογο του δάσκαλου και την αγία ράβδο. Κατάργησε την παθητικότητα, τη σιωπή, το φόβο, την ανία, την αβουλία, τη συμβατικότητα, τη μηρυκαστική μίμηση, την υποκρισία του μαθητή. Τη λόρδωση, την κύφωση και τη σκολίωση στον τρόπο συλλογισμού του παιδιού. Και στη θέση του κενού έφερε στοιχεία γόνιμα και δημιουργικά. Έφερε την αυτοκίνητη και την αυτογέννητη γνώση. Έφερε τη δράση και την αυτενέργεια. Έκαμε το νεαρό τρόφιμο έναν μικρόν εργάτη, μια προπαίδεια επιστήμονα, έναν προσωπικό ερευνητή, έναν αρχαϊκό ζητητή της αλήθειας και της γνώσης. Της γνώσης που δεν χαρίζεται αλλά κερδίζεται. Και της αλήθειας που δεν παραδίνεται αλλά κατακτιέται. Σε τρία λιθάρια γωνιακά ζήτησε να χτίσει την προσωπικότητα του παιδιού: στην αυθυπαρξία, στην ευθύνη, στην υπεροχή. Έφερε στην αγωγή τη συνεργασία και την κοινωνικότητα, έξω από τις προκαταλήψεις του εγωισμού και του αλτρουισμού που έλεγε ο Αριστοτέλης. Όχι τύπους και γράμματα και λόγια που πετούν και σκορπίζονται. Αλλά τη συνεργασία που είναι ανακάλυψη πράξης, σφυρηλατημός χαρακτήρων κι εκείνος ο αστραφτερός πόλεμος μέσα στην άμιλλα, που γεννά από τον απλό πολίτη το μικρό νομοθέτη. Και που οδηγεί στους γνήσιους δεσμούς τους συναγωγούς φιλίας. Αντί για τα βιβλία, για τη νωχέλεια του θρανίου και την παραλυτική απομνημόνεψη, άνοιξε στα μάτια του μαθητή το μεγάλο βιβλίο της φύσης. Ανακίνησε και σπιρούνισε τις εγγενείς δεξιότητες του νέου τροφίμου. Εξύπνησε την παρατήρηση, δυνάμωσε την κρίση, οργάνωσε πειθαρχημένα τις συγκρίσεις, την εναλλαγή των προοπτικών και την προσαρμογή στην πραγματικότητα και την πράξη. Έσπρωξε τα σώματα και τις αισθήσεις στη χαρά της κίνησης, στο φως του ήλιου, στα μυριστά φορτία των ανέμων και στην ποικιλία των λουλουδιών και των χρωμάτων. Και οι τακτικές εκδρομές στην εξοχή, στο κατάδεντρο Πήλιο με τους Κένταυρους τους Λαπίθες και τα ζωγραφήματα του Θεόφιλου, που τους έδωσε το κύρος και το νόημα διδακτικών ενοτήτων και διδακτικών ωρών, μεταμόρφωσαν την παιδεία σε παιδιά και την παιδιά σε παιδεία που έλεγε ο Πλάτων. Το παίδεμα της μάθησης, δηλαδή, σε παιχνίδι δημιουργίας. Το σχολείο του Βόλου έγινε ένα τέμενος άθλησης και η μάθηση εξόρυξη λίθων ευγενικών από το ζάπλουτο ορυχείο της ανθρώπινης ύπαρξης.
3. Δίκες ασεβείας
Ο Σωκράτης δικάστηκε σε θάνατο και ήπιε το κώνειο. Κατήγοροί του εστάθηκαν ο Άνυτος, ο Μέλητος και ο Λύκων. Και η κατηγορία έγραφε: είναι άθεος και διαφθορέας των νέων. Ο Αριστοτέλης προτού δικαστεί σε θάνατο, πρόφτασε να δραπετέψει. Φυγοδικώ, είπε, για να απαλλάξω τους Αθηναίους από ένα δεύτερο έγκλημα κατά της φιλοσοφίας. Ένα έγκλημα δηλαδή, ενάντια στην αγνή ζήτηση της αλήθειας και στη γνήσια παιδεία. Πέθανε ύστερα από λίγο καιρό στα εξήντα του χρόνια με παραστάτιδες την εγκατάλειψη και τη μελαγχολία. Ο Δελμούζος δικάστηκε στο Ανάπλι τον Απρίλη του 1914, εξαιτίας που δίδαξε στο Παρθεναγωγείο του Βόλου την αλήθεια, την εμορφιά και την Ελλάδα. Κύριοι κατήγοροί του εστάθηκαν δύο πνευματικά χολερόβλητοι άνθρωποι. Ένας δημοσιογράφος που τον έλεγαν Κούρτοβικ. Όνομα εβραίικο, που μου φέρνει στο νου το Λαζάρ Καγκάνοβιτς, τον έναν από τους τρεις που τους έμεινε πιστός ως το θάνατό του ο Ιωσήφ Στάλιν. Ο άλλος ήταν ο Επίσκοπος Δημητριάδος Γερμανός Μαυρομμάτης. Ένας καλόγερος αγράμματος, εμπαθής, ευρωτιών και αρκουδοφόρος, που οι δεσμοί του με την παιδεία, την αρετή και την Ελλάδα θυμίζουν την αγάπη του Κιουταχή και του Ιμπραήμ για τους Μεσολογγίτες. Η κατηγορία κατά του Δελμούζου έγραφε: είναι άθεος, ανθέλληνας και διαφθορέας των νέων. Στη δίκη του Αναπλιού ο Δελμούζος με τη σθεναρή υπεράσπιση πολλών φωτισμένων Ελλήνων αθωώθηκε. Ωστόσο, αν ο χειμασμός του δεν εξελιχθηκε σε τραγωδία, σε κάθε περίπτωση έλαβε τους χαρακτήρες και τον τύπο του δράματος. Ήταν ένα συγκλονιστικό βίωμα κινδύνου, πικρίας και οδύνης που τον συνόδεψε σε όλη του τη ζωή. Από δω σαν παράπονο, από κει σαν σεμνή περηφάνια.
Άρθρο του Δημήτρη Λιαντίνη για τον μεγάλο παιδαγωγό Αλέξανδρο Δελμούζο. Δημοσιεύθηκε στο ένθετο "Κόσμος-20ος Αιώνας" της εφημερίδας Απογευματινή. Οι φωτογραφίες συνόδευαν το ίδιο το άρθρο.
Απόσπασμα από το άρθρο του.....
...2. Ο Αργοναύτης
Στην Ευρώπη το πιο θαυμαστό πείραμα στη φυσική το 'καμε ο Σραίντιγκερ. Όταν απόδειξε στο εργαστήριο απίστευτο πράγμα: ότι τη στιγμή που είμαστε ζωντανοί ταυτόχρονα είμαστε και νεκροί. Στην Ελλάδα το πιο θαυμαστό πείραμα στην παιδαγωγική το 'καμε ο Δελμούζος. Όταν απόδειξε στο Παρθεναγωγείο του Βόλου, στα χρόνια 1908 ως 1911, ότι η παιδεία μας ήταν μία λαγκάδα από σκοτάδι, που όφεις και φίδια και όλες τις δεισιδαιμονίες και τις ψευτιές που καρπίζουν στα δένδρα της ακαρπίας. Το στοιχείο αυτό, που το αντίκρυσε με απίστευτη καθαρότητα, υπήρξε η κατανόησή του ότι η παιδεία στην Ελλάδα ήτανε ψεύτικη από την κορφή ως τα νύχια της για δύο λόγους. Πρώτα, γιατί γινότανε σε μια γλώσσα ξένη στη γλώσσα του λαού. Και δεύτερο γιατί χτιζότανε σε έδαφος ανεδαφικό.
Ζητούσε, δηλαδή, να θεμελιωθεί σε μια πραγματικότητα, που η σχέση της με την πραγματικότητα του τόπου και του καιρού του ήταν σχέση ετερότητας και εναντίωσης. Το πρώτο κακό ονομαζόταν καθαρεύουσα, αρχαΐζουσα, αττικισμός, κοντισμός, μιστριωτισμός και όλα τα άλλα γνωστά και κατάδικα. Το δεύτερο κακό ήταν η φαντασίωση των λογιότατων και των πλείστων πολιτικών ότι ο νεοέλληνας ξαναγίνεται δίκαιος Αριστείδης Πολύκλειτος και μάντις Μεγιστίας. Ο Δελμούζος στο σχολείο που δοκίμασε να ιδρύσει μαζί με το γιατρό Σαράτση και τους άλλους στο Δήμο Παγασών, ανέτρεψε την παιδαγωγική πράξη στην Ελλάδα. Εκράτησε το αναλυτικό πρόγραμμα αλλά κατάργησε τα βιβλία. Εκράτησε την ποιοτική επίδοση, αλλά κατάργησε τις εξετάσεις και την προαγωγή ή τη στασιμότητα στις τάξεις. Εκράτησε την ανακοινωτική ορμή και τη σώζουσα πειθαρχία, αλλά κατάργησε το μονόλογο του δάσκαλου και την αγία ράβδο. Κατάργησε την παθητικότητα, τη σιωπή, το φόβο, την ανία, την αβουλία, τη συμβατικότητα, τη μηρυκαστική μίμηση, την υποκρισία του μαθητή. Τη λόρδωση, την κύφωση και τη σκολίωση στον τρόπο συλλογισμού του παιδιού. Και στη θέση του κενού έφερε στοιχεία γόνιμα και δημιουργικά. Έφερε την αυτοκίνητη και την αυτογέννητη γνώση. Έφερε τη δράση και την αυτενέργεια. Έκαμε το νεαρό τρόφιμο έναν μικρόν εργάτη, μια προπαίδεια επιστήμονα, έναν προσωπικό ερευνητή, έναν αρχαϊκό ζητητή της αλήθειας και της γνώσης. Της γνώσης που δεν χαρίζεται αλλά κερδίζεται. Και της αλήθειας που δεν παραδίνεται αλλά κατακτιέται. Σε τρία λιθάρια γωνιακά ζήτησε να χτίσει την προσωπικότητα του παιδιού: στην αυθυπαρξία, στην ευθύνη, στην υπεροχή. Έφερε στην αγωγή τη συνεργασία και την κοινωνικότητα, έξω από τις προκαταλήψεις του εγωισμού και του αλτρουισμού που έλεγε ο Αριστοτέλης. Όχι τύπους και γράμματα και λόγια που πετούν και σκορπίζονται. Αλλά τη συνεργασία που είναι ανακάλυψη πράξης, σφυρηλατημός χαρακτήρων κι εκείνος ο αστραφτερός πόλεμος μέσα στην άμιλλα, που γεννά από τον απλό πολίτη το μικρό νομοθέτη. Και που οδηγεί στους γνήσιους δεσμούς τους συναγωγούς φιλίας. Αντί για τα βιβλία, για τη νωχέλεια του θρανίου και την παραλυτική απομνημόνεψη, άνοιξε στα μάτια του μαθητή το μεγάλο βιβλίο της φύσης. Ανακίνησε και σπιρούνισε τις εγγενείς δεξιότητες του νέου τροφίμου. Εξύπνησε την παρατήρηση, δυνάμωσε την κρίση, οργάνωσε πειθαρχημένα τις συγκρίσεις, την εναλλαγή των προοπτικών και την προσαρμογή στην πραγματικότητα και την πράξη. Έσπρωξε τα σώματα και τις αισθήσεις στη χαρά της κίνησης, στο φως του ήλιου, στα μυριστά φορτία των ανέμων και στην ποικιλία των λουλουδιών και των χρωμάτων. Και οι τακτικές εκδρομές στην εξοχή, στο κατάδεντρο Πήλιο με τους Κένταυρους τους Λαπίθες και τα ζωγραφήματα του Θεόφιλου, που τους έδωσε το κύρος και το νόημα διδακτικών ενοτήτων και διδακτικών ωρών, μεταμόρφωσαν την παιδεία σε παιδιά και την παιδιά σε παιδεία που έλεγε ο Πλάτων. Το παίδεμα της μάθησης, δηλαδή, σε παιχνίδι δημιουργίας. Το σχολείο του Βόλου έγινε ένα τέμενος άθλησης και η μάθηση εξόρυξη λίθων ευγενικών από το ζάπλουτο ορυχείο της ανθρώπινης ύπαρξης.
3. Δίκες ασεβείας
Ο Σωκράτης δικάστηκε σε θάνατο και ήπιε το κώνειο. Κατήγοροί του εστάθηκαν ο Άνυτος, ο Μέλητος και ο Λύκων. Και η κατηγορία έγραφε: είναι άθεος και διαφθορέας των νέων. Ο Αριστοτέλης προτού δικαστεί σε θάνατο, πρόφτασε να δραπετέψει. Φυγοδικώ, είπε, για να απαλλάξω τους Αθηναίους από ένα δεύτερο έγκλημα κατά της φιλοσοφίας. Ένα έγκλημα δηλαδή, ενάντια στην αγνή ζήτηση της αλήθειας και στη γνήσια παιδεία. Πέθανε ύστερα από λίγο καιρό στα εξήντα του χρόνια με παραστάτιδες την εγκατάλειψη και τη μελαγχολία. Ο Δελμούζος δικάστηκε στο Ανάπλι τον Απρίλη του 1914, εξαιτίας που δίδαξε στο Παρθεναγωγείο του Βόλου την αλήθεια, την εμορφιά και την Ελλάδα. Κύριοι κατήγοροί του εστάθηκαν δύο πνευματικά χολερόβλητοι άνθρωποι. Ένας δημοσιογράφος που τον έλεγαν Κούρτοβικ. Όνομα εβραίικο, που μου φέρνει στο νου το Λαζάρ Καγκάνοβιτς, τον έναν από τους τρεις που τους έμεινε πιστός ως το θάνατό του ο Ιωσήφ Στάλιν. Ο άλλος ήταν ο Επίσκοπος Δημητριάδος Γερμανός Μαυρομμάτης. Ένας καλόγερος αγράμματος, εμπαθής, ευρωτιών και αρκουδοφόρος, που οι δεσμοί του με την παιδεία, την αρετή και την Ελλάδα θυμίζουν την αγάπη του Κιουταχή και του Ιμπραήμ για τους Μεσολογγίτες. Η κατηγορία κατά του Δελμούζου έγραφε: είναι άθεος, ανθέλληνας και διαφθορέας των νέων. Στη δίκη του Αναπλιού ο Δελμούζος με τη σθεναρή υπεράσπιση πολλών φωτισμένων Ελλήνων αθωώθηκε. Ωστόσο, αν ο χειμασμός του δεν εξελιχθηκε σε τραγωδία, σε κάθε περίπτωση έλαβε τους χαρακτήρες και τον τύπο του δράματος. Ήταν ένα συγκλονιστικό βίωμα κινδύνου, πικρίας και οδύνης που τον συνόδεψε σε όλη του τη ζωή. Από δω σαν παράπονο, από κει σαν σεμνή περηφάνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας